ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥ Γ.Σ.




Όχι  μόνο η  παράδοση  αλλά  και  τα  ολέθρια αποτελέσματα  της απομάκρυνσης από τις ρίζες  εμπνέουν τον Σεφέρη. Τα ποιήματα της περιόδου του πολέμου εκδόθηκαν το 1944 σε μια μικρή συλλογή με τον τίτλο Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β'. Ο Σεφέρης, ως ανώτερος διπλωματικός υπάλληλος, ακολούθησε την ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο και δεν υπέφερε καμιά από τις κακουχίες της Κατοχής ούτε τον έλεγχο της γερμανικής λογοκρισίας που υπέστη ο Σικελιανός. Τα χρόνια του πολέμου ήταν για τον Σεφέρη χρόνια εξορίας. Οι προσωπικές δυσκολίες, τις οποίες μαρτυρούν αυτά τα ποιήματα, απορρέουν από το αίσθημα ότι βρίσκεται αποκομμένος από την πατρίδα του και τις παραδόσεις της. Αυτή η αίσθηση της αβάσταχτης απομόνωσης εκφράζεται πιο καθαρά στο ποίημα  «Ο Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους». Ο ποιητής το συνέθεσε στις αρχές του 1942, όταν βρισκόταν υπηρεσιακά στη Νότια Αφρική, το πιο μακρινό σημείο της εξορίας του.
                Ο Στρατής Θαλασσινός, persona και άλλων προηγούμενων ποιημάτων του Σεφέρη, είναι ένα γνώριμο άλλοθι του ποιητή. Το ονοματεπώνυμο υποβάλλει την ιδέα του ταξιδιού, το όνομα ενός στεριανού και το επώνυμο ενός θαλασσινού. Εξόριστος στο νότιο ημισφαίριο, ο ταξιδιώτης νοσταλγεί οικείες εικόνες του ελληνικού χώρου. Σε όλη την έκταση της σεφερικής ποίησης αποτυπώνεται, μέσω του ελληνικού τοπίου, η αδιάκοπη και γόνιμη παρουσία του παρελθόντος. Σε αυτό το ξένο περιβάλλον, στο οποίο οι ανθισμένοι αγάπανθοι είναι το σύμβολο ενός ξένου πολιτισμού, ο ποιητής συλλαμβάνει τον εαυτό του ως άλλο Οδυσσέα. Έχει εμπλακεί και αυτός σε ένα ταξίδι, και για να φτάσει στον προορισμό του χρειάζεται τη βοήθεια των νεκρών. Οι φωνές όμως του παρελθόντος φτάνουν στον ποιητή ασυνάρτητες: οι τελευταίοι στίχοι του ποιήματος, όπως και στην Έρημη Χώρα του Έλιοτ, είναι σπαράγματα από παλαιότερα κείμενα (από τον Όμηρο, τον Αισχύλο και τον Σολωμό), αντιγραμμένα ή παραφρασμένα, στα οποία παρεμβάλλεται η απελπισμένη έκκληση «Βοηθήστε μας!».

Beaton Roderick, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία
 
μετάφραση Ευαγγελία Ζούργου – Μαριάννα Σπανάκη, Αθήνα 1996, Νεφέλη. Σσ. 234- 235

 

Το ποίημα "Με τον τρόπο του Γ.Σ."
Το ποίημα γράφτηκε το 1936 και  συμπεριλήφθηκε στην ποιητική  συλλογή "Τετράδιο Γυμνασμάτων". Ο τίτλος του είναι μετάφραση του γαλλικού λογοτεχνικού όρου " a la maniere de " που σημαίνει μίμηση ύφους άλλου συγγραφέα. Εδώ όμως ο ποιητής μιμείται τον εαυτό του, καθώς τα αρχικά παραπέμπουν στο όνομα του.
Το ιστορικό πλαίσιο του ποιήματος 
Το ποίημα γράφτηκε το καλοκαίρι του 1936, λίγο πριν τη δικτατορία του Ι.Μεταξά. Ένα χρόνο πριν η κατάσταση πολιτικού χάους που επικρατεί συντελεί στην παλινόρθωση της μοναρχίας και στην επαναφορά του Γεωργίου Β. Υπάρχει πολιτική αστάθεια και κοινωνική αναταραχή με απεργίες και συλλαλητήρια.Τον Αύγουστο του 1936, ο Μεταξάς με πρόσχημα τις επικείμενες αναταραχές κατέλυσε το σύνταγμα και κήρυξε τη δικτατορία. Βλέπε: http://www.fhw.gr/chronos/14/gr/1923_1940/domestic_policy/facts/10.html
Θεματικά κέντρα 
  • Η διάσταση ανάμεσα στο μυθολογικό παρελθόν και στο ταπεινό παρόν της σύγχρονης Ελλάδας.
  • Η συλλογική αδράνεια.
  • Ιστορικός και κοινωνικός προβληματισμός του ποιητή.
 Πρώτη ενότητα
"Όπου και να ........βαρκαρόλες": Η περιήγηση του ποιητή στην Ελλάδα και η σχέση του μ' αυτή".

Ο στίχος 1 δηλώνει τη θλίψη του ποιητή και την απογοήτευση του, όταν ταξιδεύει σε ελληνικούς τόπους. Βλέπε:  http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-C113/351/2368,9023/extras/activities/index08_08_metaselida/index08_08_metaselida_opou_k_na_taksidepsw.html 

Η θλίψη και η πληγή του ποιητή είναι αποτέλεσμα των μυθολογικών συνειρμών του αρχαίου μεγαλείου, που προκαλούν τόποι, όπως το Πήλιο, η Σαντορίνη και οι Μυκήνες.
 Πήλιο: ο χώρος των Κενταύρων όπου ο ματωμένος χιτώνας του Νέσσου,που έστειλε η Δηιάνειρα, σκότωσε το μεγαλύτερο μυθκό ήρωα, τον Ηρακλή.
Σαντορίνη:  σύμβολο του αρχαίου κυκλαδικού πολιτισμού
Μυκήνες:  κέντρο του μηκυναϊκού πολιτισμού και κύκλος των Ατρειδών.
Οι τόποι αυτοί έρχονται σε αντιπαράθεση με την πεζή και ρηχή πραγματικότητα (βαρκαρόλες) που κυριαρχεί σε "αμυθολόγητα" νησιά του σύγχρονου τουριστικού ενδιαφέροντος, όπως οι Σπέτσες, ο Πόρος και η Μύκονος. Τα νησιά αυτά έκοψαν τους δεσμούς τους με το ένδοξο παρελθόν τους, έχασαν την ταυτότητα τους και συμβολίζουν την άλογη και άναρχη τουριστική ανάπτυξη που θυσιάζει τα πάντα στο βωμό του κέρδους.

 

Δεύτερη ενότητα 
"Τι θέλουν.......ΑΓΩΝΙΑ 937" Στοχασμός, απογοήτευση και αγωνία για το μέλλον της σύγχρονης Ελλάδας.

Στη δεύτερη ενότητα περιγράφονται εικόνες της σύγχρονης παρακμής και υποβάλλεται το αίσθημα της αδράνειας και του αποπροσανατολισμού. Ο αποσπασματικός διάλογος με τη χρήση της  καθαρεύουσας φανερώνει επιφανειακή μόρφωση και ανθρώπους ρηχούς με περιορισμένους ορίζοντες, χωρίς προβληματισμούς και σκέψη. Αυτοί οι άνθρωποι είναι αδρανοποιημένοι και ενδιαφέρονται μόνο για ευτελή πράγματα όπως είναι το παγωτό. Η ζωή τους είναι τετριμμένη, μίζερη και πολύ μακριά από αξίες και ιδανικά.
Ωστόσο η Ελλάδα ταξιδεύει ερήμην των κατοίκων της  που μένουν στάσιμοι και αναλώνονται σ' ένα τρόπο ζωής που τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι η επιφανειακή αντιμετώπιση των πραγμάτων, η αδιαφορία, η απραξία, ο αποπροσανατολισμός  και η αλλοτρίωση.
Τα καράβια  μένουν δεμένα στο λιμάνι, ο τόπος ταξιδεύει στην ιστορία χωρίς πυξίδα και κυβερνήτη και όσοι κουράζονται από την άσκοπη αναμονή επιχειρούν "να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι". Είναι αυτοί που επιλέγουν ως λύση την αυτοκτονία και τα κορμιά τους ανθίζουν στο Αιγαίο. Ο ποιητής αφήνει αμετάφραστο το παράθεμα από τον "Αγαμέμνονα" του Αισχύλου  με στόχο να συνδέσει το παρόν με το παρελθόν, χρησιμοποιώντας ως συνεκτικό στοιχείο την ελληνική γλώσσα. Ο ποιητής δείχνει μ' αυτόν τον τρόπο το βαθύ σεβασμό του προς την ελληνική γλώσσα που είναι μία, ενιαία και αδιαίρετη από τον καιρό του Ομήρου ως τη δική του εποχή.
Η απραξία, η αδράνεια και η στασιμότητα εξακολουθούν να υπάρχουν......
Στους τρεις τελευταίους στίχους ο ποιητής επανέρχεται στον 1ο στίχο και εκφράζει το ίδιο βασανιστικό αίσθημα που του προκαλεί αβάσταχτο πόνο.
Στην κατακλείδα του ποιήματος κυριαρχεί το αιώνιο εθνικό σύμβολο: το καράβι-Ελλάδα που ταξιδεύει ερήμην των Ελλήνων. Η κατάληξη του ποιήματος φαίνεται να εκμεταλλεύεται τη μερική θέα του ονόματος ενός καραβιού για να εκφράσει "αντικειμενικά" αλλά ρητά το δυσοίωνο προαίσθημα του ποιητή για το άμεσο μέλλον. Το αίσθημα αγωνίας του ποιητή για το μέλλον της Ελλάδας είναι απολύτως κατανοητό και δικαιολογημένο. Η χρονολόγηση του ποιήματος συνδέει τα αισθήματα που αυτό εκφράζει με την επερχόμενη δικτατορία του Ι.Μεταξά.

 
 Γλώσσα του ποιήματος
Η γλώσσα ου ποιήματος παρουσιάζει ποικιλία αφού συνδυάζει λέξεις απλές και καθημερινές με τύπους της καθαρεύουσας και τύπους της αρχαιότητας. Η επιλογή αυτών των τύπων γίνεται για συγκεκριμένους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Το ποίημα παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της νεωτερικής ποίησης
  • ελεύθερος ανισοσύλλαβος στίχος
  • έλλειψη μέτρου και ομοιοκαταληξίας
  • οι στίχοι θυμίζουν πεζό λόγο
  • δεν υπάρχουν στροφές με σταθερό αριθμό στίχων.
Παράλληλα κείμενα
 

 

Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.  

Στην οδό Αιγύπτου —πρώτη πάροδος δεξιά—
Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως.
Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίζουνε από
τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε.
5 Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες,
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες
10 Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα
οι ίδιοι στα παιδιά τους
Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών
των παιδιών τους.
Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται
η Τράπεζα Συναλλαγών
15 —εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται—
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
—εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν—
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία,

τις ωραίες εκκλησιές.
Η Ελλάς των  Ελλήνων

Μ.Αναγνωστάκης 


Μιχάλης Γκανάς, «Η Ελλάδα που λες…»
Η Ελλάδα που λες, δεν είναι μόνο πληγή.
Στη μπόσικη ώρα καφές με καϊμάκι,
ραδιόφωνα και Τι-Βι στις βεράντες,
μπρούντζινο χρώμα, μπρούντζινο σώμα,
μπρούντζινο πώμα η Ελλάδα στα χείλη μου.

Στις μάντρες η ψαρόκολλα του ήλιου
πιάνει σαν έντομα τα μάτια.
Πίσω απ' τις μάντρες τα ξεκοιλιασμένα σπίτια,
γήπεδα, φυλακές, νοσοκομεία
άνθρωποι του θεού και ρόπτρα του διαβόλου
κι οι τραμβαγέρηδες να πίνουν μόνοι
κρασάκι της Αράχωβας στυφό.
Εδώ κοιμήθηκαν παληκαράδες,
με το ντουφέκι στο 'να τους πλευρό,
με τα ξυπόλητα παιδιά στον ύπνο τους.
Τσεμπέρια καλοτάξιδα περνούσαν κι έφευγαν,
κελίμια και βελέντζες της νεροτρουβιάς.
Τώρα γαρμπίλι κι άρβυλα
σε τούτο το εκκοκκιστήριο των βράχων
κι οι τραμβαγέρηδες να πίνουν μόνοι
κρασάκι της Αράχωβας στυφό.
[πηγή: Μιχάλης Γκανάς, Ακάθιστος Δείπνος, «Κείμενα», Αθήνα 1985]

Σχόλια

Ο χρήστης Unknown είπε…
ΠΟλύ χρήσιμο και κατατοπιστικό.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΡΑΨΩΔΙΑ Ζ 369-529

Η ΑΝΝΑ ΤΟΥ ΚΛΗΔΟΝΑ

Ευριπίδη Ελένη-Β επεισόδιο, 4η σκηνή